slider

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2015

Κείμενο της δικηγόρου Μ. Καρούτσου, για το ζήτημα της κατοικίας, τις τροποποιήσεις του ν. Κατσέλη και το νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Η διαχείριση των οφειλών των νοικοκυριών μετά το τρίτο Μνημόνιο. Το θέμα της κατοικίας. Οι τροποποιήσεις του Νόμου Κατσέλη. Ο Νέος Κώδικας πολιτικής Δικονομίας

Η θέσπιση του νόμου 3869/2010 για τη ρύθμιση των οφειλών φυσικών προσώπων προς τους ιδιώτες, γνωστού και ως νόμου Κατσέλη, παρά το γεγονός ότι συνέπεσε με την άγρια οικονομική κρίση που συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία, δεν είχε ως  νομοθετική έμπνευση τη συγκεκριμένη κρίση, ούτε ως στόχευση την έκτακτη χρήση του για την αντιμετώπιση των συνεπειών της. Με την εισαγωγή των ρυθμίσεών του, ο νομοθέτης απέβλεπε, στα πλαίσια της εναρμόνισης με το εδώ και πολλά χρόνια εφαρμοζόμενο δίκαιο της “προσωπικής αφερεγγυότητας ”σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις ΗΠΑ, αφενός,  στον  επανακαθορισμό, του ύψους των οφειλών που θα ήταν εφικτό να εισπραχθούν από  άτομα που είχαν περιέλθει χωρίς δόλο σε αδυναμία να πληρώσουν τις αναληφθείσες υποχρεώσεις τους και κυρίως την παροχή σε αυτούς (και κυρίως στην αγορά και το τραπεζικο σύστημα), μιας νέας αρχής, μιας δεύτερης ευκαιρίας, ώστε να ξαναμπούν οι εγκλωβισμένοι οφειλέτες στο παιχνίδι της κατανάλωσης και της αγοράς των τραπεζικών προιόντων.

Ταυτόχρονα θα δημιουργούνταν νέες κερδοσκοπικές ευκαιρίες από τη διαχείριση των ανείσπρακτων οφειλών και των ενυπόθηκων ακινήτων. Ο παραπάνω σκοπός βέβαια παρόλο που αναφέρεται ρητά στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, δεν κατέστη στην περίπτωσή μας ούτε ευδιάκριτος ούτε εφικτός,  ακριβώς λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης που έχει εξαφανίσει το εισόδημα και την καταναλωτική δυνατότητα της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών με στοιχεία μονιμότητας. 

Παρ’όλα αυτά η δυνατότητα που έδινε η διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του ανωτέρω νόμου,  της εξαίρεσης δηλ. της κύριας κατοικίας από την εκποίηση, με την ταυτόχρονη τήρηση εκ μέρους του οφειλέτη μηνιαίων καταβολών προς εξυπηρέτηση των δανείων του μέχρι του ποσού  του 80% της αντικειμενικής αξίας της σωζόμενης κατοικίας,  σε συνδυασμό με την απαγόρευση λήψης καταδιωκτικών μέτρων εκ μέρους των Τραπεζών για όσο διάστημα διαρκεί η εκκρεμοδικία, λειτούργησε ως σημαντική ανακούφιση για χιλιάδες νοικοκυριά που προσέφυγαν και έχουν καταθέσει αιτήσεις ρύθμισης των οφειλών τους και διάσωσης της κατοικίας τους.

Η εφαρμογή εξάλλου της ανωτέρω διατάξεως, έδινε τη δυνατότητα στον εφαρμοστή του δικαίου παράλληλα με τη διάσωση της κατοικίας να οδηγήσει και σε μια έμμεση εξισορρόπηση των συμφερόντων δανειστών και δανειοληπτών που δεν είναι ξένη με το δίκαιό μας, αφού προβλέπεται ως γενική ρήτρα στο άρθρο 388 ΑΚ, με την δικαστική στάθμιση του ύψους των οφειλών των πολιτών που ήταν αναγκαίο (εύλογο και δίκαιο) να εξοφληθούν, ενόψει της υποτίμησης όλων των υπόλοιπων αξιών (μισθών, συντάξεων και ακινήτων) και της υπερβολικής επιβάρυνσης των οφειλών με τόκους, διαγράφοντας  τα υπερβάλλοντα του ύψους αυτού ποσά των οφειλών.

Οι δύο αυτές συνέπειες του παραπάνω νόμου , οι οποίες συνδυαζόμενες με την αδυναμία του ελληνικού δικαστηριακού συστήματος να δικάσει σε εύλογο χρονικό διάστημα τις εκκρεμείς αιτήσεις και το χρονοβόρο και δαπανηρό για τον επισπεύδοντα δανειστή σύστημα των διατάξεων για τη διενέργεια πλειστηριασμών ακινήτων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που ισχύει μέχρι και την 1.1.2016, αποτελούσαν τεράστιο πονοκέφαλο για το τραπεζικό σύστημα.

Ήταν κατά πάσα πιθανότητα, μία από τις αιτίες που «μπλόκαραν» την πώληση των ληξιπρόθεσμων δανείων σε εξειδικευμένα funds είσπραξης επισφαλειών, δεδομένου ότι οι υποψήφιοι αγοραστές δικαιολογημένα παρέμεναν διστακτικοί, αφού το ελληνικό δίκαιο τυγχάνει εφαρμογής και μετά από μια τέτοια πώληση (εκχώρηση) και επομένως οι παραπάνω προστατευτικές  ρυθμίσεις αφορούν και τους αγοραστές των δανείων αυτών.

Τα παραπάνω «προβλήματα» έρχεται να λύσει η τροποποίηση του Νόμου Κατσέλη στα πλαίσια του τρίτου μνημονίου (ν.4336/2015) και η αμέσως προηγούμενη ψήφιση του Νέου Κωδικα Πολιτικής Δικονομίας (ν.4335/2015), ο οποίος τίθεται σε εφαρμογή μετά την 1.1.2016, με τις σημαντικότερες ρυθμίσεις των οποίων θα ασχοληθούμε παρακάτω.

Η πολυαναμενόμενη τέλος, απόφαση (που κατά πάσα πιθανότητα θα πάρει τη μορφή νόμου και όχι απλής ΚΥΑ), η οποία θα καθορίσει τα ποσοτικά όρια των κριτηρίων  (οικογενειακό εισόδημα αιτούντος, αξίας ακινήτου και ύψος οφειλών) για την παροχή της εξαίρεσης από την εκποίηση του ακινήτου του οφειλέτη που καταφεύγει  στο Νόμο Κατσέλη, θα είναι η τελευταία πινελιά στην «τελική λύση» του προβλήματος κόκκινα δάνεια.

Όσο για τον πολυσυζητημένο Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών θα αποτελέσει κατά τη γνώμη μου εργαλείο κατηγοριοποίησης των δανείων και ροοστάτη που θα καθορίσει το ρυθμό εισαγωγής των καθυστερούμενων οφειλών στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Για να πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά:


ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΚΑΤΣΕΛΗ

Η προσφυγή στο νόμο Κατσέλη θα είναι πλέον, η μοναδική δυνατότητα προστασίας της κατοικίας των οφειλετών (προς Τράπεζες και Δημόσιο) από πλειστηριασμό, δεδομένου ότι παύει από το τέλος της χρονιάς η οποιαδήποτε άλλη τυπική ή άτυπη προστασία. Μόλις ποσοτικοποιηθούν τα παραπάνω κριτήρια για τη δυνατότητα υπαγωγής στο νόμο θα έχουμε την πλήρη εικόνα. Προς το παρόν με τον 4336/2015 ισχύουν ήδη οι παρακάτω  αλλαγές. 

Α). Υπαγωγή στο εξής στο νόμο όχι μόνο των οφειλών προς τράπεζες και λοιπούς ιδιώτες ,αλλά και των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία κλπ ,εφόσον συντρέχουν με ιδιωτικές οφειλές, δεν αφορούν χρέη που δημιουργήθηκαν από αδίκημα που τελέστηκε με δόλο η βαρειά αμέλεια (π.χ. απόδοση ΦΠΑ) ή από οφειλόμενη διατροφή σε σύζυγο ή τέκνο και δεν δημιουργήθηκαν το τελευταίο έτος πριν την αίτηση.    

Με αυτή τη ρύθμιση αποτρέπεται η προνομοιακή μέχρι τώρα ικανοποίηση των χρεών προς το δημόσιο , στην οποία προέβαιναν οι οφειλέτες με δεδομένη και την ποινική κύρωση της μη πληρωμής των σχετικών χρεών και ευνοείται η συνολική ρύθμιση των χρεών.

Σε συνδυασμό με την αποποινικοποίηση των οφειλών προς τα Ταμεία, πλην των εργοδοτικών εισφορών (ΙΚΑ), και την αναβάθμιση του ορίου του αξιοποίνου της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο σε ποσό που υπερβαίνει τις 100.000,00 ευρώ και υπό την προυπόθεση ότι, το όριο του συνολικό ποσού των υπαγόμενων στο νόμο οφειλών που αναμένεται να θεσμοθετηθεί δεν θα είναι πολύ χαμηλό(!!!), αυτή η διάταξη θα μπορούσε να αποβεί πολύ θετική για αρκετό κόσμο, που οφείλει σημαντικά μεν μη αξιόποινα δε,  ποσά προς Δημόσιο και Ασφαλιστικά Ταμεία.

Η υπαγωγή στη ρύθμιση και των οφειλών προς το δημόσιο είναι στο εξής κατά την άποψή μου υποχρεωτική, ενώ για τις ήδη εκκρεμείς αιτήσεις που δεν έχουν συζητηθεί   προβλέπεται δυνατότητα συμπληρωματικής ένταξής τους με την κατάθεση σχετικής αίτησης.

Β)Καθορίζονται και απαριθμούνται αυστηρά τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και αποδεικτικά έγγραφα που πρέπει να προσκομίσει ο οφειλέτης (επισυνάπτεται κατάλογος στο τέλος) και μάλιστα αυτά πρέπει να συνοδεύουν την αίτηση, κατά την κατάθεση αυτής. Για τις εκκρεμείς αιτήσεις ζητείται η επικαιροποίηση των στοιχείων που περιέχονται στην αίτηση με την προσκόμιση επίσης συγκεκριμένων δικαιολογητικών (επισυνάπτεται κατάλογος κατωτέρω) μέχρι την 15.2.2016.

Εάν λάβουμε υπόψη ότι τα πιο δυσεύρετα έγγραφα είναι οι βεβαιώσεις οφειλών και κυρίως οι συμβάσεις των δανείων και πιστωτικών καρτών, η έγκαιρη  χορήγηση των οποίων εξαρτάται αποκλειστικά από τις Τράπεζες, δηλαδή τις αντιδίκους του αιτούντα δικαστική προστασία, οι οποίες μάλιστα για τη χορήγησή των συμβάσεων αξιώνουν σημαντικά χρηματικά ποσά, αντιλαμβανόμαστε ότι η διάταξη αυτή δυσχεραίνει σημαντικά τη θέση του οφειλέτη.

Μόνος τρόπος αντιμετώπισης είναι η επιμονή και η λήψη αντιγράφου των αιτήσεων χορήγησης των παραπάνω εγγράφων προς τις Τράπεζες με αριθμό πρωτοκόλλου και ημερομηνία κατάθεσης, οι οποίες σε αδικαιολόγητη άρνηση ή κακόβουλη καθυστέρηση συνδεόμενη με επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για την άμυνα του οφειλέτη.

Εξάλλου ο λόγος που ζητείται η επικαιροποίηση δεν μπορεί να είναι άλλος (εκτός βέβαια από το σπάσιμο νεύρων όλων των εμπλεκομένων)  από την παροχή της δυνατότητας στις Τράπεζες να ζητήσουν την μεταρρύθμιση των προσωρινών διαταγών, την αύξηση των μηνιαίων δόσεων ή και την άρση της προστασίας,  σε περίπτωση που από τα προσκομισθέντα στοιχεία προκύπτει διαφοροποίηση των οικονομικών στοιχείων του οφειλέτη.  

Γ). Θεσπίζεται ο υποχρεωτικός προσδιορισμός δικασίμου εντός (6)  έξι μηνών για τη συζήτηση της αίτησης  και (2) δύο μηνών για τη συζήτηση της προσωρινής διαταγής, για τη χορήγηση της οποίας δίνονται σαφείς οδηγίες ως προς την πλήρωση κάποιων προϋποθέσεων που τη δικαιολογούν. Από την επίδοση της αίτησης μέχρι τη συζήτηση της προσωρινής διαταγής απαγορεύεται η λήψη καταδιωκτικών μέτρων.

Η διάρκεια όμως της χορηγούμενης προσωρινής διαταγής δεν θα μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες, ενώ μέχρι τώρα εκτεινόταν ως την έκδοση της οριστικής απόφασης!! Επομένως, στην πολύ πιθανή περίπτωση που για πρακτικούς λόγους η ορισθείσα δικάσιμος θα είναι απώτερη του εξαμήνου, οπότε και θα λήγει η ισχύς της με την προσωρινή διαταγή χορηγηθείσας προστασίας, ο οφειλέτης θα υποχρεώνεται να προσφύγει ξανά για την ανανέωση της προσωρινής διαταγής καταβάλλοντας βέβαια και τα σχετικά έξοδα.

Δ). Εισάγεται η έννοια των εύλογων δαπανών διαβίωσης ως μπούσουλας, για τον προσδιορισμό των μηνιαίων δόσεων που θα υποχρεώνεται ο οφειλέτης να καταβάλλει στους πιστωτές του προκειμένου να ρυθμίσει τα χρέη του.

Έτσι ως δόση θα καθορίζεται κάθε φορά το ποσό που απομένει , εάν αφαιρεθεί από το εισόδημα του οφειλέτη το ποσό που απαιτείται (το οποίο καθορίζεται κάθε χρόνο από την ΕΛΣΤΑΤ ) για την κάλυψη των εύλογων δαπανών διαβίωσης του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του. Η ρύθμιση αυτή αποτελεί εκ πρώτης όψεως μία ασπίδα προστασίας από πολύ «αυστηρές» αποφάσεις, αλλά θα αποβεί προβληματική σε ειδικές περιπτώσεις που δικαιολογούν αυξημένες δαπάνες διαβίωσης (οφειλέτες με ανάγκες που εκφεύγουν από το μέσο όρο λόγω ασθένειας, αναπηρίας κλπ). Επίσης με τη συνέχιση της οικονομικής κρίσης το ύψος του ποσού που αντιπροσωπεύει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης θα μειώνεται συνεχώς, αφού ο τρόπος καθορισμού του έχει να κάνει με το μέσο όρο κατανάλωσης συγκεκριμένων κατηγοριών αγαθών.

Ε). Στην περίπτωση που πληρούνται οι προυποθέσεις για την ένταξη κάποιου οφειλέτη στο νόμο , και δεν υπάρχει αίτημα για διάσωση ακινήτου (είτε γιατί δεν υπάρχει ακίνητο είτε διότι προσφέρεται το υπάρχον για εκποίηση), το Δικαστήριο ορίζει κατά τα ανωτέρω μηνιαίες καταβολές επί τριετία. Στο τέλος της τριετίας και εφόσον έχει τηρηθεί το πρόγραμμα, ο οφειλέτης απαλλάσσεται του υπολοίπου των οφειλών του οριστικά!! Δύναται δε να το πιστοποιήσει και με αίτησή του και δικαστική απόφαση. Πολύ σημαντική ρύθμιση, ιδιαίτερα για οφειλέτες που δεν διαθέτουν ακίνητη περιουσία και έχουν χρέη προς το Δημόσιο.  

ΣΤ). Τέλος, σε σχέση με τη διάταξη του άρθρου  9, η δυνατότητα διάσωσης της α' κατοικίας και οι προυποθέσεις της, θα ρυθμιστούν με νέα υπουργική απόφαση. Μέχρι τότε κατά την περισσότερο υποστηριζόμενη άποψη, εφαρμόζεται η καταργηθείσα διάταξη. Για τις εκκρεμείς αιτήσεις επίσης ισχύει η καταργηθείσα διάταξη.   


ΝΕΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ     

Οι αλλαγές του Κώδικα Πολιτικής δικονομίας  που τίθενται σε ισχύ από 1.1.2016 και  αφορούν την επιδίωξη είσπραξης των ληξιπρόθεσμων οφειλών και τους πλειστηριασμούς ακινήτων κινούνται στο τρίπτυχο ταχύτερα–ευκολότερα–φθηνότερα,  κυρίως με τη σύντμηση του συνόλου των προθεσμιών άσκησης ενδίκων μέσων, βοηθημάτων και των χρονικών διαστημάτων ανάμεσα στα διάφορα στάδια της εκτέλεσης.
Ιδιαίτερη πρακτική σημασία έχουν:

Α) Ενώ η εκτίμηση της αξίας του ακινήτου που καταγραφόταν στην κατασχετήρια έκθεση και με βάση αυτή υπολογιζόταν η τιμή πρώτης προσφοράς , δεν μπορούσε να είναι κατώτερη της  αντικειμενικής αξίας αυτού (άρθρο 993), με το νέο άρθρο 993 καθιερώνεται ως τιμή εκκίνησης η εμπορική αξία του ακινήτου. Η εν λόγω διάταξη θα τεθεί σε ισχύ μετά την έκδοση προεδρικού διατάγματος (το αργότερο ως 1.6.2016), το οποίο θα καθορίζει τον τρόπο, το αρμόδιο όργανο προσδιορισμού της αξίας αυτής και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

Εφόσον δεν επιτυγχάνεται η πλειοδοσία και κατακύρωση του ακινήτου κατά την αρχική ημερομηνία πλειστηριασμού, ορίζεται νέα ημερομηνία σε 14 ημέρες (αντί 40 προηγουμένως) με τιμή εκκίνησης μειωμένη στο ήμισυ της αρχικής εκτίμησης.

Αν και στον επαναληπτικό  πλειστηριασμό δεν έχουμε κατακύρωση, τότε με απόφαση δικαστηρίου στο οποίο καταφεύγει ο ενδιαφερόμενος, μπορεί να οριστεί νέα ημερομηνία σε τριάντα ημέρες με ακόμα κατώτερη τιμή προσφοράς ή με τίμημα που ορίζεται από το δικαστήριο (ελεύθερο) το οποίο μπορεί να πληρωθεί και σε ...δόσεις. Σε κάθε περίπτωση το δικαστήριο ορίζει την τιμή και εκεί μπορούν να τεθούν ζητήματα συνταγματικότητας των ρυθμίσεων αυτών και καταχρηστικότητας του ευτελισμού της αξίας της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη  και του απρόσφορου της εκποίησης αυτής σε σχέση με το εξοφλούμενο χρέος.  

Β) Η τροποποίηση του τρόπου υπολογισμού του εκπλειστηριάσματος που διανέμεται  στους αναγγελθέντες δανειστές σε συνδυασμό με τα γενικά και ειδικά προνόμια αυτών. Μειώνεται αποφασιστικά το μερίδιο είσπραξης του Δημοσίου (αλλά και των εργατικών απαιτήσεων και των ασφαλιστικών ταμείων), τόσο με την υποβάθμιση των απαιτήσεων από ΦΠΑ και φόρους από τη δεύτερη στην τρίτη τάξη, μαζί με τις εργατικές απαιτήσεις και τα ασφαλιστικά ταμεία (οι λοιπές απαιτήσεις του δημοσίου και των δήμων στην 5η τάξη), όσο κυρίως με την η κατάργηση της αφαίρεσης από το σύνολο του πλειστηριάσματος του ποσού που απαιτούνταν για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των δανειστών των τριών πρώτων τάξεων και στη συνέχεια της διαίρεσης του υπολοίπου σε ποσοστά για την ικανοποίηση των ειδικών προνομίων (τράπεζες ). Έτσι διατίθεται μεγαλύτερο ποσό για ικανοποίηση των ενυπόθηκων κυρίως δανειστών.

Γ). Η γενικευμένη σύντμηση προθεσμιών και η απάλειψη γραφειοκρατικών διατυπώσεων περιορίζει αποφασιστικά τη διάρκεια της όλης διαδικασίας, η οποία παραμένει δημόσια και γίνεται ενώπιον του συμβολαιογράφου, όπως πριν  (για την καθιέρωση του τρόπου και των λεπτομερειών της δυνατότητας διενέργειας ηλεκτρονικών πλειστηριασμών προβλέπεται η έκδοση προεδρικού διατάγματος μέχρι την 1.6.2016).

Ο πλειστηριασμός εξακολουθεί, ακόμη και μετά τις πρόσφατες αλλαγές να είναι μια γραφειοκρατική διαδικασία που παρέχει στον οφειλέτη που έχει λόγους (νομικούς και πραγματικούς) άμυνας τη δυνατότητα (σε πιο ασφυκτικά τώρα χρονικά πλαίσια) να αμυνθεί, εφόσον βέβαια διαθέτει χρήματα.

Το πραγματικό πολιτικό ζήτημα και το αντίστοιχο αίτημα δεν είναι πόσο εύκολο ή δύσκολο θα είναι να βγει μια κατοικία στον πλειστηριασμό, σε ποιο χρόνο και μετά από πόσες ανακοπές και δικαστήρια, αλλά εάν ο άνθρωπος (και η οικογένειά του) που έχει περιέλθει σε κατάσταση ένδειας πρέπει να χάνει την κατοικία του ή εάν θα πρέπει το σπίτι του κάθε ανθρώπου να είναι ακατάσχετο, τουλάχιστον μέχρι το χρονικό σημείο που θα είναι δυνατή η παροχή  κατοικίας σε όλους.


Μαρία Καρούτσου, δικηγόρος Αθηνών, mkaroutsou@yahoo.gr
                                                                                            Αθήνα 1.11.2015