Δημοσιεύουμε την ομιλία της Νάνσυ Κωτίτσας, μέλους της Πρότασης Προοπτικής στην Ε.Τ., σχήματος συνδικαλιστικού που παρακολουθεί τις συναντήσεις του Συντονισμού Συλλογικοτήτων Αττικής και στηρίζει τις δράσεις μας.
"Βρίσκομαι εδώ ως μέλος της Πρότασης
Προοπτικής, ενός συνδικαλιστικού σχήματος που δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια
στον Σύλλογο Υπαλλήλων Εθνικής Τράπεζας και εκπροσωπείται στο 25μελές
Διοικητικό του Συμβούλιο με 2 εκλεγμένα μέλη. Προσωπικά εργάζομαι σε ένα μεγάλο
κατάστημα της Εθνικής τράπεζας, στο τμήμα δανείων. Ως εργαζόμενοι στην τράπεζα έχουμε βιώσει από
πρώτο χέρι την πιστωτική επέκταση της
περιόδου των παχιών αγελάδων με τη ζέση των
τραπεζιτών να παρέχουν δάνεια για υπαρκτές ή λιγότερο υπαρκτές ανάγκες, έχουμε
ζήσει την εποχή της θεσμοθέτησης των bonus που συνέδεε τις αμοιβές μας με το ποσοστό
επίτευξης των στόχων της τράπεζας για χορήγηση δανείων σε ιδιώτες και
επιχειρήσεις.
Τότε, ακόμη και στο πλαίσιο της γενικής ευφορίας, είχαμε αντιτεθεί και στην επιθετική πολιτική των τραπεζών για δανειοδοτήσεις και στη σύνδεση μισθού και παραγωγικότητας την οποία προωθούσαν τα τραπεζικά μεγαλοστελέχη, αυτά που εξακολουθούν να απολαμβάνουν παχυλούς μισθούς και παροχές σε είδος την ίδια στιγμή που η εργατική τάξη και οι κατακτήσεις της έχουν μπει στο στόχαστρο του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, αυτού που υπαγορεύει στη μία μετά την άλλη μνημονιακές κυβερνήσεις να θεσμοθετούν μέτρα υπέρ του και σε βάρος των εργατικών αναγκών.
Τότε, ακόμη και στο πλαίσιο της γενικής ευφορίας, είχαμε αντιτεθεί και στην επιθετική πολιτική των τραπεζών για δανειοδοτήσεις και στη σύνδεση μισθού και παραγωγικότητας την οποία προωθούσαν τα τραπεζικά μεγαλοστελέχη, αυτά που εξακολουθούν να απολαμβάνουν παχυλούς μισθούς και παροχές σε είδος την ίδια στιγμή που η εργατική τάξη και οι κατακτήσεις της έχουν μπει στο στόχαστρο του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, αυτού που υπαγορεύει στη μία μετά την άλλη μνημονιακές κυβερνήσεις να θεσμοθετούν μέτρα υπέρ του και σε βάρος των εργατικών αναγκών.
Στο στόχαστρο λοιπόν βρίσκεται τώρα και η
λαϊκή κατοικία, αυτή που αποκτήθηκε με κόπο και μάλιστα συχνά πολύ ακριβά,
καθώς ας μην ξεχνάμε ότι η μέχρι πριν λίγα χρόνια πιστωτική επέκταση είχε ως
αποτέλεσμα τη συνεχή αύξηση στις τιμές των κατοικιών μέχρι την περίοδο που
ξέσπασε η τραπεζική κρίση, αύξηση τιμών τέτοια που καθιστούσε ολοένα και πιο
αναπόφευκτη την προσφυγή σε δανεισμό ακόμη και από ανθρώπους που διέθεταν
αποταμιεύσεις και αγοραστική δύναμη. Μπροστά στην εντεινόμενη επίθεση κράτους
και κεφαλαίου απέναντι στο βασικό αγαθό της στέγης εμείς ως κομμάτι του
εργατικού κινήματος οφείλουμε να διαμορφώσουμε την απάντησή μας, ιδεολογικά και
πρακτικά.
Οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί όλα τα
προηγούμενα χρόνια με τεράστιες ποσότητες δημόσιου χρήματος από ένα σάπιο
πολιτικό σύστημα που ήταν και παραμένει εξαρτημένο από τα μεγάλα επιχειρηματικά
συμφέροντα. Οι διοικήσεις των τραπεζών χρηματοδοτούσαν δημοσιογραφικά
συγκροτήματα, κόμματα, μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, εφοπλιστές με
ευνοϊκούς όρους και ελάχιστες ή μηδενικές εξασφαλίσεις, όπως πρόσφατα
παραδέχτηκε σε εξεταστική επιτροπή της Βουλής ο Δ/νων Σύμβουλος της Εθνικής
Τράπεζας Λ. Φραγκιαδάκης. Εάν λοιπόν κόπτονται για τη διαχείριση των κόκκινων
δανείων και την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου τους ας αναζητήσουν στο μεγάλο
κεφάλαιο τα δανεικά κι αγύριστα. Η επικείμενη θεσμοθέτηση ασυλίας των τραπεζικών στελεχών που θα διαχειρίζονται
κόκκινα δάνεια πρέπει να μας προβληματίσει. Γιατί τα στελέχη αυτά δεν είναι
κάποιοι από μας τους εργαζόμενους στην τράπεζα, είναι golden boys και girls που θα σταθούν σούζα σε όποιον τους τάξει
χρήμα, θέσεις και προσβάσεις στους μηχανισμούς εξουσίας. Εδώ η ΟΤΟΕ, το
δευτεροβάθμιο συνδικαλιστικό όργανο των τραπεζικών, αλλά και τα πρωτοβάθμια
σωματεία και δεν έχουν πάρει ακόμα θέση και δείχνουν να συναινούν, όπως άλλωστε
έκαναν τόσα χρόνια με τα μνημόνια και τις πανστρατιές που διοργάνωναν για την
επιτυχία των ανακεφαλαιοποιήσεων.
Και μιας και μιλάμε για συναίνεση, ας
αναφερθούμε και στο ζήτημα της κατασκευής της συναίνεσης στο θέμα των πλειστηριασμών,
που απασχολεί και τη σημερινή εκδήλωση. Οι τράπεζες έχουν κάνει μεθοδικά βήματα
ξεκινώντας τους πλειστηριασμούς από ακίνητα μεγάλης εμπορικής αξίας ώστε να
τους νομιμοποιήσουν στη συνείδηση του κόσμου. Καθώς όμως αντίκρυσαν στην πορεία
τις μεγάλες αντιδράσεις του κινήματος σε πλειστηριασμούς λαϊκών κατοικιών, όπως
στα Πρωτοδικεία της Θεσσαλονίκης και αλλού, υπαγορεύουν τώρα την καθιέρωση των
ηλεκτρονικών πλειστηριασμών παραβιάζοντας την αρχή της δημοσιότητας για να
περάσουν στα κρυφά την βαθιά ταξική τους πολιτική, αυτήν που θα στραφεί ενάντια
στην κατοικία των πολλών και θα αφήσει στο απυρόβλητο την τεράστια κινητή και
ακίνητη περιουσία των λίγων. Των λίγων που τα προηγούμενα χρόνια έσπευσαν να
φυγαδεύσουν τα κεφάλαιά τους στο εξωτερικό ενώ οι πολλοί βίωναν και βιώνουν τη
φορολεηλασία και τις ηλεκτρονικές κατασχέσεις των λογαριασμών τους για λίγα
ευρώ οφειλών σε Δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία. Στον αντίποδα των ασφυκτικών
φορολογικών βαρών για την εργατική τάξη, τους μισθωτούς, τους χαμηλοσυνταξιούχους,
τους άνεργους και αυτοαπασχολούμενους, οι ίδιες οι τράπεζες ευνοούνται και πάλι
σκανδαλωδώς από τον αναβαλλόμενο φόρο, τη ρύθμιση που προβλέπει να συμψηφίζουν
σε βάθος 20ετίας κάποιες από τις απώλειές τους με φόρο που θα έπρεπε να
καταβάλουν στο μέλλον. Με τις ευλογίες της ΕΚΤ το ποσό του αναβαλλόμενου φόρου
προσμετράται στα κεφάλαια των τραπεζών ενώ παρέχεται και πάλι η εγγύηση του
Δημοσίου. Σε περίπτωση που μια τράπεζα τεθεί σε εκκαθάριση το Δημόσιο θα πρέπει
να καλύψει το ποσό του αναβαλλόμενου φόρου με μετρητά.
Όλα τα παραπάνω δεδομένα και γνωστά είναι και
προσβάσιμα από όποιον ενδιαφέρεται να εμβαθύνει. Είναι όμως σημαντικό να
εκτίθεται σε κάθε ευκαιρία, όπως και αυτή η σημερινή, η συστηματική προσπάθεια
που γίνεται να κοινωνικοποιούνται οι ζημιές των τραπεζών οι οποίες, όπως πάντα
έτσι και τώρα , σφυρηλατούν τις ταξικές συμμαχίες τους και τις βρίσκουν στο
μεγάλο κεφάλαιο και τις αστικές κυβερνήσεις του ευρωμονόδρομου.
Στην πράξη τώρα, εμείς ως εργαζόμενοι στις τράπεζες
που δραστηριοποιούμαστε σε αγωνιστικά ταξικά σχήματα επιμένουμε να διεκδικούμε
διαγραφές δανείων για την προστασία της κατοικίας αλλά και του εισοδήματος. Πλέον αδυναμία
πληρωμών δεν έχουν μόνο οι άνεργοι αλλά και οι εργαζόμενοι. Εδώ αξίζει να
αναφερθεί και το εξής: τον Δεκέμβριο του 2007 τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
αποτελούσαν το 4,5% του συνόλου των δανείων. Τώρα το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε
λίγο κάτω από το 40%. Είναι προφανές , και το αναφέρουμε ως απάντηση σε όσους
προσπαθούν να συκοφαντήσουν το κίνημα ενάντια στους πλειστηριασμούς, ότι η
αύξηση αυτή δεν προήλθε από στρατηγική επιλογή, όπως επικαλούνται μερικοί
και ούτε μέσα σε 10 χρόνια γίναν ξαφνικά
οι μισοί δανειολήπτες μπαταχτσήδες! Μεγάλο μέρος των δανείων δεν εξυπηρετείται
επειδή είναι αδύνατο να εξυπηρετηθεί. Και αυτό αντλούμε σαν εμπειρία από τους
ανθρώπους με τους οποίους συναναστρεφόμαστε στους χώρους δουλειάς μας. Σε
αυτούς τους ανθρώπους επιδεικνύουμε την αλληλεγγύη μας και με τις δυνάμεις που
μας αντιστοιχούν παλεύουμε μέσα στα σωματεία μας να βάλουμε φρένο στις ορέξεις
και των τραπεζιτών και του κράτους. Συμμετέχουμε σε δράσεις του κινήματος όχι
μόνο ενάντια στους πλειστηριασμούς αλλά και ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, στις
ελαστικές εργασιακές σχέσεις και σε ό,τι υποβαθμίζει τους όρους της ζωής μας.
Είμαστε εδώ και σήμερα όχι για να κομίσουμε
εξειδικευμένες γνώσεις ούτε για να παραθέσουμε αριθμούς και ποσοστά. Αλλά για
να μοιραστούμε τη διάθεση και την αποφασιστικότητά μας να ανατρέψουμε με μικρές
και μεγάλες δράσεις, σε συντονισμό με άλλους κλάδους και συλλογικότητες, και σε
κάθε περίπτωση στο δρόμο, στη γειτονιά και στους χώρους δουλειάς τη λογική της
ηττοπάθειας, του συμβιβασμού και της νομιμότητας. "